Δημοσιεύτηκε στο ethnos.gr Τα στοιχεία άλλωστε μιλάνε από μόνα τους κι όσο κι αν η Κυβέρνηση θριαμβολογεί επικοινωνιακά την ανάπτυξη του 2021 και συγκεκριμένα αυτήν του τρίτου τριμήνου, η συνολική εικόνα της περίοδο του 2020 – 2021 καθώς και οι προβλέψεις του Προϋπολογισμού του 2022 δεν αντέχουν στη σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επιχειρηματολογώντας, να υπογραμμιστεί πως η ανάπτυξη για την οποία υπερηφανεύεται η Κυβέρνηση είναι πενιχρή σε σχέση με τα μέτρα που ελήφθησαν και τα χρήματα που δόθηκαν, καθώς υπήρξαν μέτρα στήριξης που αντιστοιχούν στο 25% του ΑΕΠ και εκτόξευσαν το δημόσιο χρέος, ενώ επίσης η αναπλήρωση του ΑΕΠ ήταν πολύ μικρότερη από άλλες χώρες, όπου έλαβαν λιγότερα μέτρα.
Οι δομικές αδυναμίες της οικονομίας δεν αντιμετωπίστηκαν ουδέποτε κι εκεί εστιάζουμε εμείς ως Κίνημα Αλλαγής – ΠΑ.ΣΟ.Κ., καθώς η άνοδος του ΑΕΠ συνοδεύτηκε από εκτόξευση του εμπορικού ελλείμματος μέσω της κατανάλωσης. Για να μη βρούμε λοιπόν τα ίδια προβλήματα μπροστά μας, καθώς, οι απαιτήσεις της νέας εποχής της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης είναι πολυεπίπεδες και μπαίνουμε στο νέο έτος με ισχυρές πληθωριστικές τάσεις, ενώ παράλληλα το κύμα ακρίβειας πλήττει αδυσώπητα τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις, επιβάλλεται η πολιτεία να μεριμνήσει και να προβλέψει μέτρα στήριξης των ασθενέστερων πολιτών. Οι αυξημένοι έμμεσοι φόροι σε βασικά είδη διατροφής, οι ανατιμήσεις στα καύσιμα, η εκτόξευση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και πετρελαίου θέρμανσης υπονομεύουν τη μεσαία τάξη και τα χαμηλότερα εισοδήματα κι αυτή η είναι η πραγματικότητα. Πώς όμως μπορεί η χώρα να βγει από αυτήν την κατάσταση, να ανακάμψει κι ο μέσος πολίτης να καταφέρει να ανασάνει; Αποτελεί κοινή παραδοχή πως το Σύμφωνο Σταθερότητας αποδείχτηκε αναποτελεσματικό ήδη πριν από την κρίση, ενώ η πλήρης εφαρμογή του τώρα αδιαμφισβήτητα θα έθετε σε κίνδυνο τη διαδικασία ανάκαμψης της οικονομίας. Ως Κίνημα Αλλαγής – ΠΑ.ΣΟ.Κ. προτείνουμε ένα πιο ευέλικτο Σύμφωνο, όπου η αναγκαία ισορροπία ανάμεσα στην εθνική αυτονομία ως προς την άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής και τη σταθερότητα του κοινού νομίσματος μπορεί να επιτευχθεί. Και προς αυτή την κατεύθυνση στρέφεται κι η άποψή μας περί των αναγκαίων δημοσίων δαπανών αναφορικά με την επιτάχυνση της ανάκαμψης και των προκλήσεων της κλιματικής κρίσης, οι οποίες θα πρέπει να εξαιρούνται από τους σχετικούς κανόνες. Το Ταμείο Ανάκαμψης επίσης οφείλει να μετεξελιχθεί σε έναν μόνιμο και ισχυρό μηχανισμό μακροοικονομικής σταθεροποίησης, ο οποίος θα πρέπει να υποστηρίζεται από ένα μεγάλο προϋπολογισμό σε επίπεδο ΕΕ. Μόνον έτσι θα καταφέρουμε τον βασικό εθνικό στόχο της πολυπόθητης σύγκλισης ανάμεσα στις πλεονασματικές χώρες του Βορρά και τις ελλειμματικές οικονομίες του Νότου, έχοντας πάντα ως γνώμονα αφενός το όφελος των πολιτών αφετέρου του ίδιου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Τέλος δεν πρέπει να λησμονούμε πως τα επόμενα χρόνια η χώρα μας θα λάβει 70 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Και στέκομαι στο σημείο αυτό καθώς εάν αξιοποιηθούν σωστά μπορούν να μετασχηματίσουν την Ελληνική οικονομία και να την κάνουν πιο ανταγωνιστική, παραγωγική κι ανθεκτική στις παγκόσμιες προκλήσεις. Με αξιοκρατία και διαφάνεια το ποσό αυτό πρέπει να χρησιμοποιηθεί με τρόπο ώστε να αντιμετωπιστούν οι χρόνιες πολιτικές και κρατικές δυσλειτουργίες, χρηματοδοτώντας ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος, κινούμενο προς την επιτακτική πράσινη εποχή κι αντιμετωπίζοντας τις κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες. Comments are closed.
|
Αρχείο
March 2024
Κατηγορίες |